[γ΄ πρόσωπο ενικού, υποτακτικής αορίστου του ρ. γλιστρώ (χάνω την ισορροπία μου εξαιτίας της ολισθηρότητας του εδάφους)]
… Ἔπιε διὰ νὰ σταθῇ, ἔπιε διὰ νὰ πατήσῃ, ἔπιε διὰ νὰ γλιστρήσῃ… [Ο έρωτας στα χιόνια].
Οδηγός Πρώτων ΒοηθειώνΤι πρέπει να κάνετε αν φτάσετε πρώτοιστο σημείο ενός ατυχήματος;